Μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Water Research και έχει αξιολογηθεί από εμπειρογνώμονες θέτει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την ασφάλεια της καθημερινής χρήσης μάσκας και τον αντίκτυπό που έχουν αυτές στο περιβάλλον.

Υπάρχουν χιλιάδες πλέον μελέτες που εξετάζουν την επίδραση και τις παρενέργειες απο τις μάσκες. Αυτές αποδεικνύουν ότι δεν έχουν καμία επίδραση στη συχνότητα των μολύνσεων, αντιθέτως έχουν αρνητική επίδραση στην υγεία των ανθρώπων που τις χρησιμοποιούν. Οι μεγαλύτερες μελέτες απο την πραγματική ζωή συγκρίνουν τη Σουηδία με την υπόλοιπη Ευρώπη και τις πολιτείες των ΗΠΑ με και χωρίς την υποχρεωτική χρήση της μάσκας. Και σχεδόν πάντα, σε περιοχές που η χρήση της μάσκας δεν επιβάλλεται, η κατάσταση είναι καλύτερη απο κάθε άποψη. Δυστυχώς, ελάχιστη προσοχή δίνεται στις τεράστιες ζημιές που προκαλούν οι μάσκες στο περιβάλλον.

Στη μελέτη με τίτλο “An investigation into the leaching of micro and nano particles and chemical pollutants from disposable face masks – linked to the COVID-19 pandemic“, οι επιστήμονες εξέτασαν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των πλαστικών μασκών προσώπου μίας χρήσης. Βύθισαν μάσκες από επτά διαφορετικούς κατασκευαστές σε νερό και στη συνέχεια εξέτασαν το νερό για χημικές ουσίες. Οι ερευνητές βρήκαν στο νερό μόλυβδο, κάδμιο, αντιμόνιο και διάφορα πλαστικά και οργανικές ουσίες. Εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη συμβολή που έχουν οι προσωπικές μάσκες μίας χρήσης στο παγκόσμιο πρόβλημα των πλαστικών.

Αν και η μελέτη επικεντρώθηκε στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, οι συγγραφείς ήταν σαφείς σχετικά με τις επιπτώσεις των ευρημάτων τους στη δημόσια υγεία για την ασφάλεια των μασκών. Γράφουν: “Η τοξικότητα ορισμένων από τις χημικές ουσίες που βρέθηκαν και οι υποτιθέμενοι κίνδυνοι των άλλων σωματιδίων και μορίων που υπάρχουν εγείρουν ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσον οι DPF(Disposable Plastic Facemasks) είναι ασφαλείς για καθημερινή χρήση και ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες μετά τη διάθεσή τους στο περιβάλλον”.

Τα προβλήματα προκύπτουν τόσο από την τοξικότητα των χημικών ουσιών που υπάρχουν όσο και από το πόσο εύκολα αποσπώνται από τη μάσκα. Οι συγγραφείς ζητούν μια ολοκληρωμένη μελέτη των κινδύνων για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.

Υπάρχουν ανησυχητικά στοιχεία που υποδηλώνουν ότι τα απόβλητα σωματιδιακών φίλτρων μπορούν να έχουν δυνητικά σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, απελευθερώνοντας ρυπογόνους παράγοντες απλώς και μόνο με την έκθεσή τους στο νερό. Τα φίλτρα σωματιδίων απελευθερώνουν μικρούς φυσικούς ρύπους, όπως μικροσωματίδια και νανοσωματίδια, που συνάδουν κυρίως με πλαστικές ίνες και κόκκους διοξειδίου του πυριτίου, οι οποίοι αποδεδειγμένα έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον και στη δημόσια υγεία. Εκτός από τα φυσικά σωματίδια, επιβλαβείς χημικές ουσίες όπως βαρέα μέταλλα (μόλυβδος, κάδμιο και αντιμόνιο) και οργανικούς ρύπους, απελευθερώνονται επίσης εύκολα από τις DPF όταν βυθίζονται στο νερό. Πολλοί από αυτούς τους τοξικούς ρύπους έχουν βιοσυσσωρευτικές ιδιότητες όταν απελευθερώνονται στο περιβάλλον, και η παρούσα μελέτη δείχνει ότι οι DPF θα μπορούσαν να αποτελέσουν μία από τις κύριες πηγές αυτών των περιβαλλοντικών ρύπων κατά τη διάρκεια και μετά την επιδημία COVID-19. Συνεπώς, είναι επιτακτική ανάγκη να επιβληθούν αυστηρότεροι κανονισμοί για την κατασκευή και τη διάθεση/ανακύκλωση των φίλτρων σωματιδίων για την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

Εκτός από τις περιβαλλοντικές πτυχές, πρέπει να γίνουν κατανοητές και οι επιπτώσεις των σωματιδίων αυτών στη δημόσια υγεία, καθώς όλα τα φίλτρα σωματιδίων απελευθέρωσαν μικρο/νανοσωματίδια και βαρέα μέταλλα στο νερό κατά τη διάρκεια της μελέτης μας. Ένα από τα κύρια προβλήματα με αυτά τα σωματίδια είναι ότι αποκολλήθηκαν εύκολα από τις μάσκες προσώπου και εισήλθαν στο νερό χωρίς ανακάτεμα, γεγονός που υποδηλώνει ότι αυτά τα σωματίδια είναι μηχανικά ασταθή και μπορούν εύκολα να αποκολληθούν. Ως εκ τούτου, απαιτείται μια ολοκληρωμένη μελέτη για τον προσδιορισμό των ποσοτήτων και των πιθανών επιπτώσεων αυτών των σωματιδίων που εισέρχονται στο περιβάλλον, καθώς και των ποσοτήτων που εισπνέουν οι χρήστες κατά τη διάρκεια της κανονικής αναπνοής. Αυτό μας ανησυχεί ιδιαίτερα, ιδίως για τους επαγγελματίες υγείας, τους εργαζόμενους και τα παιδιά που πρέπει να φορούν μάσκες για μεγάλο μέρος της εργάσιμης ή σχολικής ημέρας (6-12 ώρες).

Το πλήρες άρθρο μπορείτε να το διαβάσετε μόνο μετά απο πληρωμή, αλλά η περίληψη είναι διαθέσιμη και μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ.

Έτσι, το πρόβλημα δεν είναι μόνο η άμεση βλάβη στην υγεία του χρήστη, αλλά θα υπάρξει και μακροπρόθεσμο πρόβλημα για το περιβάλλον. Μελέτες εκτιμούν ότι οι άνθρωποι παγκοσμίως χρησιμοποιούν 129 δισεκατομμύρια μάσκες προσώπου κάθε μήνα – περίπου 3 εκατομμύρια ανά λεπτό. Οι περισσότερες από αυτές είναι μάσκες προσώπου μίας χρήσης από μη βιοδιασπώμενες πλαστικές μικροΐνες που διασπώνται σε μικρότερα πλαστικά σωματίδια – μικρο- και νανοπλαστικά – και εξαπλώνονται σε όλο το οικοσύστημα.

Και εδώ, η υποψία είναι ότι οι υποχρεωτικές μάσκες επιβλήθηκαν όχι τόσο για επιδημιολογικούς λόγους -γιατί δεν υπάρχουν τέτοιοι λόγοι- αλλά χάρη στις επιδέξιες πιέσεις των παραγωγών ή χάρη στις στενές σχέσεις μεταξύ των πολιτικών. Να θυμίσουμε οτι στη Γερμανία, τουλάχιστον 40 πολιτικοί ή άτομα που έχουν συγγενικές σχέσεις με πολιτικούς(μεταξύ αυτών και ο σύζυγος του Υπουργού Υγείας), δημιούργησαν εταιρείες και ακόμα προμηθεύουν το δημόσιο με αυτές τις μάσκες.

 

Οι μελλοντικές γενιές θα έχουν να αντιμετωπίσουν μια τεράστια πρόκληση, μιας και οι μάσκες χρειάζονται 300 χρόνια για να αποσυντεθούν.
Οι ιχθυοφάγοι πάντως θα καταναλώσουν σίγουρα ένα μέρος απο αυτές.

Μερικές ακόμα ενδιαφέροντες μελέτες και έρευνες πάνω στο θέμα είναι και οι ακόλουθες:

Με πληροφορίες απο το tkp.at